Η ακράτεια είναι μια εξαιρετικά ενοχλητική κατάσταση, η οποία επηρεάζει την ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων. Ως ακράτεια ορίζεται κάθε ακούσια διαφυγή ούρων. Η ακράτεια είναι πάθηση ανδρών και γυναικών κάθε ηλικίας αλλά είναι συχνότερη στους ηλικιωμένους και σε ασθενείς που ζουν σε ιδρύματα. Η πάθηση, εκτός από την καθαρά ιατρική, έχει και μια σημαντική κοινωνική διάσταση, αφού συχνότατα συνδυάζεται με αίσθημα ντροπής, απομόνωσης και κατάθλιψης.


Ακόμα και σήμερα στο πρόβλημα δεν έχει δοθεί η απαραίτητη προσοχή. Η ενημέρωση των ασθενών είναι τουλάχιστον ανεπαρκής και συχνά η ακράτεια θεωρείται 'φυσιολογικό' επακόλουθο της ηλικίας και όχι αρρώστια. Αυτός είναι και ένας από τους κύριους λόγους που οι ασθενείς δεν ζητούν ιατρική βοήθεια. Μόνο το 4% των πασχόντων θα αναζητήσουν λύση στο πρόβλημα τους.
 
 
Χαρακτηριστικά Αιματουρίας
Ιδιαίτερη σημασία για να τεθεί η διάγνωση του αιτίου της αιματουρίας έχει ο προσδιορισμός των χαρακτήρων της, αν δηλαδή αυτή είναι: μακροσκοπική ή μικροσκοπική, εμφανίζεται στην αρχή, το τέλος ή καθ' όλη τη διάρκεια της ούρησης, συνοδεύεται από πήγματα, καθώς και πόνο ή όχι.


Η αρχική αιματουρία συνήθως υποδηλώνει ότι η προέλευση του αίματος είναι από την ουρήθρα, η τελική ότι το αίμα προέρχεται από τον αυχένα-τρίγωνο της ουροδόχου κύστεως και του προστάτη, ενώ η ολική αιματουρία υποδηλώνει ότι η αιμορραγία προέρχεται από την ουροδόχο κύστη, τον προστάτη ή το ανώτερο ουροποιητικό (νεφρός-ουρητήρας). Η παρουσία πόνου κατά την αιματουρία συνήθως είναι ενδεικτική (αλλά όχι αποδεικτική) της ύπαρξης φλεγμονής ή λιθίασης, ενώ η ανώδυνη συνδυάζεται συνηθέστερα με κάποιο νεόπλασμα του ουροποιητικού συστήματος. Τα πήγματα δίνουν πληροφορίες για τη βαρύτητα της αιματουρίας, ενώ το σχήμα τους (πχ. σαν μακαρόνια) μπορεί να κατευθύνουν στην αναγνώριση της εντόπισης του αιτίου. Πρέπει επομένως ο ασθενής να γνωρίζει και να μπορεί να επισημαίνει στον ιατρό τα χαρακτηριστικά της αιματουρίας.
 
 
Τύπος ακράτειας και η σημασία τους
1. Ακράτεια προσπάθειας: είναι η απώλεια ούρων που συμβαίνει κατά την άσκηση, το σήκωμα βάρους, το βήχα, το φτάρνισμα κ.α.
2. Επιτακτική ακράτεια: είναι η ακούσια απώλεια ούρων που ακολουθεί την έντονη επιθυμία για ούρηση. Στην μορφή αυτή ο ασθενής παραπονιέται ότι η επιθυμία για ούρηση είναι τόσο έντονη που δεν μπορεί να 'κρατηθεί' με αποτέλεσμα να του 'φεύγουν' μέχρι να φτάσει στην τουαλέτα.
3. Μικτού τύπου ακράτεια: είναι συνδυασμός των δυο προηγούμενων τύπων.
» Έχει σημασία ποιος είναι ο τύπος της ακράτειας;
Ναι, γιατί υπάρχει διαφορετική αντιμετώπιση για τον κάθε τύπο.
 
 
Διάγνωση
Η διάγνωση της ακράτειας στηρίζεται στην λήψη του ιστορικού, το οποίο σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει το είδος, την διάρκεια της, καθώς και την επίδραση που έχει στην ποιότητα της ζωής του ασθενούς. Η ακράτεια μπορεί να προκαλείται από διάφορες νευρολογικές ασθένειες, καθώς και από την λήψη φαρμάκων. Η φυσική εξέταση και οι απλές εργαστηριακές εξετάσεις θα συμπληρώσουν την διάγνωση.
Αν υπάρχουν διαγνωστικά προβλήματα μπορεί να χρειαστεί η διενέργεια ειδικών εξετάσεων, όπως για παράδειγμα ο ουροδυναμικός έλεγχος.
Η ανάγκη για την διενέργεια ουροδυναμικού ελέγχου αποφασίζεται πάντα από τον θεράποντα ιατρό.
 
 
Ουροδυναμικός Έλεγχος
Η ούρηση είναι μια δυναμική φυσιολογική διεργασία που απαιτεί την ακεραιότητα του ουροποιητικού και νευρικού συστήματος. Το κατώτερο ουροποιητικό έχει δυο σαφείς λειτουργίες : α) την αποθήκευση (πλήρωση) των ούρων που παράγονται συνεχώς στους νεφρούς και β) την αποβολή τους (κένωση) σε τακτά χρονικά διαστήματα όταν οι κοινωνικές συνθήκες το επιτρέπουν.
Ο ουροδυναμικός έλεγχος αποτελεί αναπαράσταση και καταγραφή της πλήρωσης και της κένωσης της ουροδόχου κύστης, στο εργαστήριο. Σκοπός του ουροδυναμικού ελέγχου είναι ο λεπτομερής έλεγχος της λειτουργίας των οργάνων του κατώτερου ουροποιητικού, καθώς και η εκτίμηση της μεταξύ τους συνέργειας τόσο κατά την πλήρωση της κύστης όσο και κατά την ούρηση.
 
 
Θεραπεία
Ακριβής διάγνωση του είδους και της βαρύτητας της ακράτειας θα οδηγήσουν και στην επιλογή της κατάλληλης θεραπείας. Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις μπορεί να είναι:
Α) απλές θεραπείες συμπεριφοράς,
Β) ειδική φυσιοθεραπεία,
Γ) φαρμακευτική αντιμετώπιση,
Δ) ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι (botox, ηλεκτροδιέγερση) και
Ε) χειρουργικές επεμβάσεις. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται πολύ και με επιτυχία οι λεγόμενες "ταινίες" ελεύθερης τάσης (ενδοκολπικά).