Ανευρίσκεται σε ποσοστό 0,4% έως 0,6% του ανδρικού πληθυσμού σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες. Το ποσοστό αυξάνεται σε ορισμένους πληθυσμούς ανδρών σε Ασία, Αφρική και Νότιο Αμερική. Η εμφάνισή του εντοπίζεται σε άνδρες που διανύουν την έκτη δεκαετία της ζωής τους με μέσο όρο τα 58 έτη. Σπάνια έχει αναφερθεί καρκίνος του πέους σε νεαρότερες ηλικίες.
 
 
Αιτιολογία
Σύμφωνα με μελέτες, κυριότερος παράγοντας κινδύνου αποτελεί η πλημμελής τοπική υγιεινή. Η συσσώρευση σμήγματος, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχει φίμωση, έχει ως αποτέλεσμα χρόνια φλεγμονή που οδηγεί σε καρκίνο. Εμφανίζεται σπάνια σε λαούς που για θρησκευτικούς λόγους κάνουν περιτομή σε βρεφική ηλικία. Αιτιολογική σχέση φαίνεται να έχει τόσο η λοίμωξη από τον ανθρώπινο θηλωματώδη ιό όσο και από την συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων.
 
 
Κλινική εικόνα
Αρχίζει συνήθως ως ένα μικρό ανώδυνο οζίδιο που εντοπίζεται συχνότερα στη βάλανο ή την ακροποσθία. Ακόμη μπορεί να εμφανιστεί σαν ανώδυνη εξέλκωση που αυξάνει σε μέγεθος. Όταν υπάρχει φίμωση, η οποία καλύπτει τη βλάβη, μπορεί να οδηγηθούμε σε καθυστέρηση της διάγνωσης. Κάθε περιοχή της βαλάνου με αλλοιωμένο χρώμα ή σκληρία, κάθε μικρό έλκος και κάθε υποτροπιάζουσα φλεγμονή με συνυπάρχουσα φίμωση θα πρέπει να θέτουν την υποψία αρχόμενου καρκινώματος του πέους. Σε πολύ προχωρημένα στάδια της νόσου εμφανίζονται δύσοσμο έκκριμα, καταστροφή της αρχιτεκτονικής του ιστού του πέους, εξελκώσεις και αιμορραγίες.
 
 
Διάγνωση
Η πρωτοπαθής βλάβη πρέπει να εκτιμηθεί αναφορικά με το μέγεθος, την εντόπιση και την διήθηση των ιστών.
Η ψηλάφηση των λεμφαδένων πρέπει να είναι προσεκτική γιατί περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς προσέρχονται με διογκωμένους λεμφαδένες. Ακόμα το καρκίνωμα του πέους πρέπει να διαφοροδιαγνωστεί από προκαρκινωματώδεις αλλοιώσεις, όπως είναι η λευκοπλακία, η σκληρωτική βαλανίτιδα και τα κονδυλώματα, καθώς και από άλλες φλεγμονώδεις καταστάσεις, όπως το συφιλιδικό έλκος και το αφροδίσιο λεμφοκοκκίωμα. Ορολογικές εξετάσεις, καλλιέργειες και, τελικά, η βιοψία θα ξεχωρίσουν τη βλάβη από τον καρκίνο.
 
 
Θεραπεία
Σε απουσία λεμφαδενικής διήθησης οι επιφανειακοί όγκοι αντιμετωπίζονται συντηρητικά με εφαρμογή κρέμας φλουοουρακίλης, με Laser, με κρυοθεραπεία ή με τοπική εκτομή ώστε να διασωθεί το πέος, ενώ σε διηθητικές βλάβες συνιστάται η πλήρης εξαίρεση του όγκου σε υγιή ιστό εκτός από την περίπτωση άρνησης του ασθενούς οπότε ακολουθεί ακτινοθεραπεία. Σε παρουσία λεμφαδενικής διήθησης, αφού αντιμετωπιστεί η πρωτοπαθής βλάβη, οι ασθενείς με όγκους χαμηλού κινδύνου που δεν έχουν αρχικά ψηλαφητούς λεμφαδένες ή έχουν και υποχωρούν με την αντιβιοτική αγωγή χρειάζονται μόνο προσεκτική παρακολούθηση, επειδή η πιθανότητα μικρο-μεταστάσεων είναι < 16%. Σε ασθενείς με όγκο ενδιάμεσου κινδύνου μπορεί να επιχειρηθεί περιορισμένη δειγματοληψία λεμφαδένων, ενώ σε εκείνους υψηλού κινδύνου περιορισμένη λεμφαδενεκτομή. Αν η λεμφαδενοπάθεια επιμείνει, τότε ακολουθεί αμφοτερόπλευρη λεμφαδενεκτομή. Ασθενείς με μη εξαιρέσιμη νόσο ή με μεγάλες μάζες βουβωνικών λεμφαδένων μπορεί να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία.
 
 
Πρόγνωση
Η επιβίωση στον καρκίνο του πέους σχετίζεται με την παρουσία ή απουσία των λεμφαδενικών μεταστάσεων. Η 5ετής επιβίωση για ασθενείς με αρνητικούς λεμφαδένες κυμαίνεται από 65%-90%. Για ασθενείς με θετικούς βουβωνικούς λεμφαδένες το ποσοστό ελαττώνεται στο 30%-50% και για ασθενείς με λαγόνιους λεμφαδένες το ποσοστό κατέρχεται κάτω από το 20%. Ο χρόνος πραγματοποίησης του λεμφαδενικού καθαρισμού έχει προγνωστική σημασία και η καθυστέρηση στην εκτέλεση μειώνει το ποσοστό της 5ετούς επιβίωσης.